



Aκόμα και σήμερα τμήμα της νομοθεσίας αποτελεί εθνικοσοσιαλιστική κληρονομιά.
Η διάρρηξη των σχέσεων εκπροσώπησης και η κατάρρευση του πολιτικού αναγκάζουν τα κύρια δεξιά κόμματα να ακολουθήσουν την αντικειμενική φορά των πραγμάτων ώστε να την εκμεταλλευτούν οπορτουνιστικά, υιοθετώντας την ακροδεξιά ατζέντα για να «χαϊδέψουν αυτιά». Το πρόβλημα εδώ είναι ότι τα αυτιά αυτά ήδη έχουν φτάσει σε κατάσταση ώστε να χρειάζονται χάϊδεμα.
Ενώ οι απανωτές ήττες στη Γερμανία και την Αυστρία υποχρεώνουν την Κ.Δ. να εγκαταλείψει την πολιτική «τάξη εναντίον τάξης» και να προσανατολιστεί στην ανάγκη συγκρότησης αντιφασιστικών μετώπων, η Σοσιαλιστική Διεθνής απορρίπτει πρόταση αντιφασιστικής συνεργασίας, ακόμα και το φθινόπωρο του 1934.
Ο φασισμός είναι ένα πολιτικό φαινόμενο, ένα αυθεντικό κίνημα μαζών της πιο έξαλλης ακροδεξιάς, ηγεμονευόμενο στη φάση εκφασισμού (της περιόδου πριν την άνοδό του στην εξουσία) από τις μικροαστικές ιδεολογίες και εκφράζει την εξέγερση των μικροαστικών τάξεων.
Η πλειοψηφία των ρεφορμιστών σοσιαλδημοκρατών προσπάθησε με νύχια και με δόντια να περιορίσει τις συνέπειες της επανάστασης, μετατρέποντας την αυτοκρατορία σε μια προοδευτική αστική δημοκρατία. Το σχέδιό τους πέτυχε, αλλά με μεγάλο και μακροπρόθεσμο κόστος.
«Η σύγχρονη ανάδυση του φασιστικού φαινομένου και η Χρυσή Αυγή"